"Δεν είχαμε αντανακλαστικά να δώσουμε κοινωνικό περιεχόμενο στις έννοιες «μεταρρύθμιση» και «εκσυγχρονισμός»."
οποθέτηση του Ευρωβουλευτή Νίκου Ανδρουλάκη στο πρώτο Συνέδριο των νέων Ευρωβουλευτών της Ομάδας της Προοδευτικής Συμμαχίας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, του SD40,παρουσία του Προέδρου τουS&D, Gianni Pittella.
Φίλες και Φίλοι,
Τα τελευταία χρόνια η Ευρώπη ζει τη δική της άλωση από έναν επιθετικό νεοσυντηρητισμό.
Από δυνάμεις που θέλουν να εγκαθιδρύσουν μια νέα τάξη πραγμάτων μέσα από την απαξίωση του κράτους.
Το δόγμα της λιτότητας αποθεώνεται ως η μόνη θεραπεία που επιφέρει στις οικονομίες την αναγκαία «δημοσιονομική εξυγίανση» για τη διατήρηση του ευρώ.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται η δική μας συλλογική αποτυχία να κάνουμε δύσκολες επιλογές και να προετοιμάσουμε την Ευρώπη για μια νέα εποχή.
Απέναντι σ’ αυτό το δόγμα, εμείς δεν είχαμε μια συγκροτημένη πρόταση διακυβέρνησης.
Δεν είχαμε αντανακλαστικά να δώσουμε κοινωνικό περιεχόμενο στις έννοιες «μεταρρύθμιση» και «εκσυγχρονισμός».
Για να μπουν στο δικό μας οπλοστάσιο ως τα βασικά εργαλεία στα χέρια των μη προνομιούχων!
Όταν ξέσπασε η κρίση, η Ευρώπη βρέθηκε σ’ ένα σταυροδρόμι.
Ο ένας δρόμος οδηγούσε στην υπέρβαση των εθνικών περιχαρακώσεων, σε πιο εντατική ενοποίηση.
Κι ο άλλος οδηγούσε σε εθνικές ηγεμονίες εντός της Ένωσης.
Αντί η κοινή ευρωπαϊκή πολιτική σε κρίσιμους τομείς, να γίνει η κεντρική επιδίωξη, επικράτησε η τακτική της συλλογικής ενοχοποίησης των λαών με στόχο να αποκτήσουν κάποιοι την ηθική νομιμοποίηση να παρεμβαίνουν σ’ αυτούς και να κρύβουν τη συστημική διάσταση της κρίσης, την ελλειμματική αρχιτεκτονική του ευρωπαϊκού οικοδομήματος αλλά και τις αστοχίες στις εθνικές δημοσιονομικές επιλογές.
Ποιο ήταν το αποτέλεσμα;
Ας πάρουμε το παράδειγμα της Ελλάδας.
Συνταγή, σκληρή λιτότητα.
Οριζόντιες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, εκτεταμένη οριζόντια και όχι προοδευτική φορολόγηση, αδύναμη προσπάθεια για δομική μεταρρύθμιση στους παραγωγικούς κλάδους και στη δημόσια διοίκηση.
Δεν υπήρξε εξισορρόπηση μεταξύ των δημοσιονομικών στόχων και των καταστροφικών τους αποτελεσμάτων.
Φίλες και Φίλοι,
Για την Ελλάδα η σύγκλιση των αποδοχών με τις χώρες της ΕΕ-15 είναι πλέον ένας πολύ μακρινός στόχος, καθώς η απόκλιση είναι τόσο μεγάλη που δεν μπορεί να συγκριθεί ούτε με την αντίστοιχη της δεκαετίας του 1980.
Οι αλλαγές στο ασφαλιστικό σύστημα έπρεπε να γίνουν.
Υπήρχαν φωνές από την αρχή της δεκαετίας του 2000 που χτυπούσαν το καμπανάκι του κινδύνου.
Δυστυχώς, τότε η ευμάρεια δημιουργούσε ψευδαισθήσεις.
Σήμερα η μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη Δημογραφική Γήρανση θέτει τη χώρα μας προ των ευθυνών της απέναντι στις ανάγκες των επόμενων γενεών.
Πώς θα διασφαλίσουμε τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού μας συστήματος, όταν αυτό απαιτεί πόρους, αλλά το ποσοστό των εργαζομένων στις παραγωγικές ηλικίες των 15-64 ετών μειώνεται συνεχώς;
Το φαινόμενο της γήρανσης του πληθυσμού και η διόγκωση της ανεργίας είναι ωρολογιακή βόμβα στα Ταμεία που απειλεί το αίσθημα της ασφάλειας.
Φίλες και Φίλοι,
Η μεγαλύτερη πρόκληση για την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι να πείσει τους πολίτες της ότι μεριμνά για την ευημερία τους.
Ότι είναι ο χώρος που προετοιμάζονται αλλαγές προς όφελος της ευρωπαϊκής ενοποιητικής προσπάθειας και όχι προς όφελος μόνο των οικονομικών και πολιτικών ελίτ.
Οι λαοί έχουν πλέον συνειδητοποιήσει
ότι τα ελλείμματα των αδύναμων οικονομιών τρέφουν τα πλεονάσματα των ισχυρών,
ότι η ισορροπία μεταξύ της εξουσίας των αγορών και της εξουσίας των κρατικών θεσμών έχει πια χαθεί.
Είμαστε πολίτες μιας γερασμένης Ευρώπης στην οποία οι ανισότητες αυξάνονται συνεχώς σε βάρος των νέων.
Στη χώρα μας αλλά και σε άλλα κράτη της Ευρώπης χάνεται η προοπτική της κοινωνικής κινητικότητας.
Δεν υπάρχει η αίσθηση ανάμεσα στους νέους ανθρώπους ότι, όποιος δουλέψει σκληρά θα πετύχει.
Σήμερα βασικός παράγοντας πρόβλεψης για το αν κάποιος θα εξελιχθεί στη ζωή του, είναι οι οικονομικές επιδόσεις των γονιών του, δηλαδή της προηγούμενης γενιάς.
Η κρίση έκανε το δικαίωμα στην πρόοδο να μοιάζει κληρονομικό.
Οδηγούμαστε σε κοινωνίες κληρονομικής ισχύος.
Οι έχοντες αποκτούν πιο πολλά, οι στερούντες στερούνται ακόμη περισσότερα.
Νέοι διακεκριμένοι επιστήμονες παύουν να ζητιανεύουν ευκαιρίες στην Ευρώπη και δέχονται τα προσκλητήρια από την Ασία και την Αμερική.
Πηγαίνουν στις ηπείρους που μετασχηματίζουν δυναμικά το παραγωγικό και επιχειρηματικό τους σύστημα, επενδύοντας στη διαμόρφωση νέων τεχνολογιών, νέων επιχειρήσεων, νέων αγορών και κλάδων, όπως είναι το Διαδίκτυο, η βιοτεχνολογία, η φαρμακοβιομηχανία, η νανοτεχνολογία, τα υλικά, η ενέργεια.
Εκεί μπορούν, να αξιοποιήσουν τις γνώσεις και τις δεξιότητες που απέκτησαν από τα ευρωπαϊκά συστήματα παιδείας.
Εμείς πώς θα μπορέσουμε να κάνουμε την Ευρώπη ανταγωνιστική, όταν μειώνουμε τις δαπάνες στην εκπαίδευση, την κατάρτιση, την έρευνα και φυσικά στις υποδομές;
Αυτοί είναι τομείς που αυξάνουν την παραγωγικότητα , προωθούν την καινοτομία και κυρίως μπορούν να δώσουν λύσεις για τις μεγάλες κοινωνικο- οικονομικές προκλήσεις, όπως είναι η κλιματική αλλαγή.
Ακόμη και το κοινωνικό κράτος δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς μια οικονομία που να γεννά κέρδη και φορολογικά έσοδα για να τα επανεπενδύσει σε κοινωνικές δομές και υπηρεσίες.
Το πρότυπο παραγωγής και κατανάλωσης μετασχηματίζεται μέσα από την παγκοσμιοποιημένη αγορά και την τεχνολογία.
Η Αμερική επιτυγχάνει την πρόοδο επειδή το κράτος διαδραματίζει ενεργό ρόλο, ιδίως στον τομέα των επενδύσεων.
Αναδυόμενες οικονομίες, όπως είναι η Βραζιλία ή η Κίνα έχουν κατανοήσει, ότι το κράτος μπορεί να παίξει τον ρόλο του τολμηρού εταίρου σε επενδύσεις που στοχεύουν στην οικονομική μεγέθυνση.
Μέχρι το 2025 η Κίνα και η Ινδία θα παράγουν το 40% του παγκόσμιου ΑΕΠ, όταν η Ευρώπη μετά βίας θα αγγίζει το 15%.
Γι’ αυτό η πραγματική σύγκλιση μεταξύ μας, η ισχυρή και προοδευτική Ευρώπη είναι ένα αίτημα πιο επίκαιρο από ποτέ.
Φίλες και Φίλοι,
Η επιρροή των ιδεών και των αξιών μας συρρικνώνεται και μαζί τους υποβαθμίζεται η σημασία του ευρωπαϊκού οράματος.
Γιατί ηττόμαστε όμως;;
Θεωρώ ότι πέντε είναι οι μετατοπίσεις που ευθύνονται για τις αδυναμίες της σημερινής Σοσιαλδημοκρατίας.
Πρώτον, ενώ στην περίοδο 1950-75 η Σοσιαλδημοκρατία θεωρούσε ορθώς ότι η προϋπόθεση για την αναδιανομή ήταν η ανάπτυξη του παραγωγικού κεφαλαίου, από το ’90 και μετά θεώρησε λανθασμένα ότι η ανεξέλεγκτη ροή των χρηματοοικονομικών προϊόντων, μεγαλώνει την πίτα της αναδιανομής περισσότερο απ’ όσο η στηριζόμενη στο παραγωγικό κεφάλαιο ανάπτυξη.
Δεύτερον, από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 υποχώρησε ιδεολογικά στη λογική του «ελάχιστου» αντί του ποιοτικού κράτους υπηρεσιών. Η αντίληψη ότι το κοινωνικό κράτος λειτούργησε ως ουσιαστικός παράγοντας της μεταπολεμικής οικονομικής ανάπτυξης εγκαταλείφθηκε λόγω λαθεμένων εκτιμήσεων για τον χαρακτήρα της Παγκοσμιοποίησης.
Τρίτον, όσο και να φαίνεται παράξενο, η σοσιαλδημοκρατία, αντί να αισθανθεί δικαιωμένη από την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», ενός από τα πιο καταπιεστικά κοινωνικά συστήματα, που μιλούσε εξ ονόματος των ιδανικών της ισότητας και της ελευθερίας, κατάφερε να προσχωρήσει στη λογική ότι δεν χρειάζονται μεγάλες αφηγήσεις.
Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, αντί να αναζητήσει μια νέα δημοκρατική και σοσιαλιστική αφήγηση, πείστηκε πως Δημοκρατία σημαίνει κοινωνία χωρίς μεγάλες αφηγήσεις.Αντιθέτως οι συντηρητικές δυνάμεις προωθούσαν τις δικές τους μεγάλες αφηγήσεις, όπως το ’80 η Θάτσερ παρουσιάζοντας τη δική της ιδέα για το ελάχιστο κράτος.
Τέταρτον, η πτωτική της πορεία συνδέεται και με την πορεία του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Η σοσιαλδημοκρατία, φοβούμενη να μην υποκύψει στον ευρωσκεπτικισμό, απέφυγε να ασκήσει οποιαδήποτε κριτική στην τεχνοκρατικά αντιδημοκρατική και νεοφιλελεύθερη πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η πέμπτη και πιο σοβαρή μετατόπιση αφορά την προσχώρηση της σοσιαλδημοκρατίας στην αντίληψη ότι η αύξηση της ανταγωνιστικότητας μπορεί να γίνει μόνο μέσω της συμπίεσης του κόστους εργασίας.
Για την αύξηση όμως της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας υπάρχει και άλλος δρόμος.
Αυτός περνά μέσα από την αύξηση των πολιτικών για την έρευνα,
Τα τελευταία χρόνια η Ευρώπη ζει τη δική της άλωση από έναν επιθετικό νεοσυντηρητισμό.
Από δυνάμεις που θέλουν να εγκαθιδρύσουν μια νέα τάξη πραγμάτων μέσα από την απαξίωση του κράτους.
Το δόγμα της λιτότητας αποθεώνεται ως η μόνη θεραπεία που επιφέρει στις οικονομίες την αναγκαία «δημοσιονομική εξυγίανση» για τη διατήρηση του ευρώ.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται η δική μας συλλογική αποτυχία να κάνουμε δύσκολες επιλογές και να προετοιμάσουμε την Ευρώπη για μια νέα εποχή.
Απέναντι σ’ αυτό το δόγμα, εμείς δεν είχαμε μια συγκροτημένη πρόταση διακυβέρνησης.
Δεν είχαμε αντανακλαστικά να δώσουμε κοινωνικό περιεχόμενο στις έννοιες «μεταρρύθμιση» και «εκσυγχρονισμός».
Για να μπουν στο δικό μας οπλοστάσιο ως τα βασικά εργαλεία στα χέρια των μη προνομιούχων!
Όταν ξέσπασε η κρίση, η Ευρώπη βρέθηκε σ’ ένα σταυροδρόμι.
Ο ένας δρόμος οδηγούσε στην υπέρβαση των εθνικών περιχαρακώσεων, σε πιο εντατική ενοποίηση.
Κι ο άλλος οδηγούσε σε εθνικές ηγεμονίες εντός της Ένωσης.
Αντί η κοινή ευρωπαϊκή πολιτική σε κρίσιμους τομείς, να γίνει η κεντρική επιδίωξη, επικράτησε η τακτική της συλλογικής ενοχοποίησης των λαών με στόχο να αποκτήσουν κάποιοι την ηθική νομιμοποίηση να παρεμβαίνουν σ’ αυτούς και να κρύβουν τη συστημική διάσταση της κρίσης, την ελλειμματική αρχιτεκτονική του ευρωπαϊκού οικοδομήματος αλλά και τις αστοχίες στις εθνικές δημοσιονομικές επιλογές.
Ποιο ήταν το αποτέλεσμα;
Ας πάρουμε το παράδειγμα της Ελλάδας.
Συνταγή, σκληρή λιτότητα.
Οριζόντιες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, εκτεταμένη οριζόντια και όχι προοδευτική φορολόγηση, αδύναμη προσπάθεια για δομική μεταρρύθμιση στους παραγωγικούς κλάδους και στη δημόσια διοίκηση.
Δεν υπήρξε εξισορρόπηση μεταξύ των δημοσιονομικών στόχων και των καταστροφικών τους αποτελεσμάτων.
Φίλες και Φίλοι,
Για την Ελλάδα η σύγκλιση των αποδοχών με τις χώρες της ΕΕ-15 είναι πλέον ένας πολύ μακρινός στόχος, καθώς η απόκλιση είναι τόσο μεγάλη που δεν μπορεί να συγκριθεί ούτε με την αντίστοιχη της δεκαετίας του 1980.
Οι αλλαγές στο ασφαλιστικό σύστημα έπρεπε να γίνουν.
Υπήρχαν φωνές από την αρχή της δεκαετίας του 2000 που χτυπούσαν το καμπανάκι του κινδύνου.
Δυστυχώς, τότε η ευμάρεια δημιουργούσε ψευδαισθήσεις.
Σήμερα η μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη Δημογραφική Γήρανση θέτει τη χώρα μας προ των ευθυνών της απέναντι στις ανάγκες των επόμενων γενεών.
Πώς θα διασφαλίσουμε τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού μας συστήματος, όταν αυτό απαιτεί πόρους, αλλά το ποσοστό των εργαζομένων στις παραγωγικές ηλικίες των 15-64 ετών μειώνεται συνεχώς;
Το φαινόμενο της γήρανσης του πληθυσμού και η διόγκωση της ανεργίας είναι ωρολογιακή βόμβα στα Ταμεία που απειλεί το αίσθημα της ασφάλειας.
Φίλες και Φίλοι,
Η μεγαλύτερη πρόκληση για την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι να πείσει τους πολίτες της ότι μεριμνά για την ευημερία τους.
Ότι είναι ο χώρος που προετοιμάζονται αλλαγές προς όφελος της ευρωπαϊκής ενοποιητικής προσπάθειας και όχι προς όφελος μόνο των οικονομικών και πολιτικών ελίτ.
Οι λαοί έχουν πλέον συνειδητοποιήσει
ότι τα ελλείμματα των αδύναμων οικονομιών τρέφουν τα πλεονάσματα των ισχυρών,
ότι η ισορροπία μεταξύ της εξουσίας των αγορών και της εξουσίας των κρατικών θεσμών έχει πια χαθεί.
Είμαστε πολίτες μιας γερασμένης Ευρώπης στην οποία οι ανισότητες αυξάνονται συνεχώς σε βάρος των νέων.
Στη χώρα μας αλλά και σε άλλα κράτη της Ευρώπης χάνεται η προοπτική της κοινωνικής κινητικότητας.
Δεν υπάρχει η αίσθηση ανάμεσα στους νέους ανθρώπους ότι, όποιος δουλέψει σκληρά θα πετύχει.
Σήμερα βασικός παράγοντας πρόβλεψης για το αν κάποιος θα εξελιχθεί στη ζωή του, είναι οι οικονομικές επιδόσεις των γονιών του, δηλαδή της προηγούμενης γενιάς.
Η κρίση έκανε το δικαίωμα στην πρόοδο να μοιάζει κληρονομικό.
Οδηγούμαστε σε κοινωνίες κληρονομικής ισχύος.
Οι έχοντες αποκτούν πιο πολλά, οι στερούντες στερούνται ακόμη περισσότερα.
Νέοι διακεκριμένοι επιστήμονες παύουν να ζητιανεύουν ευκαιρίες στην Ευρώπη και δέχονται τα προσκλητήρια από την Ασία και την Αμερική.
Πηγαίνουν στις ηπείρους που μετασχηματίζουν δυναμικά το παραγωγικό και επιχειρηματικό τους σύστημα, επενδύοντας στη διαμόρφωση νέων τεχνολογιών, νέων επιχειρήσεων, νέων αγορών και κλάδων, όπως είναι το Διαδίκτυο, η βιοτεχνολογία, η φαρμακοβιομηχανία, η νανοτεχνολογία, τα υλικά, η ενέργεια.
Εκεί μπορούν, να αξιοποιήσουν τις γνώσεις και τις δεξιότητες που απέκτησαν από τα ευρωπαϊκά συστήματα παιδείας.
Εμείς πώς θα μπορέσουμε να κάνουμε την Ευρώπη ανταγωνιστική, όταν μειώνουμε τις δαπάνες στην εκπαίδευση, την κατάρτιση, την έρευνα και φυσικά στις υποδομές;
Αυτοί είναι τομείς που αυξάνουν την παραγωγικότητα , προωθούν την καινοτομία και κυρίως μπορούν να δώσουν λύσεις για τις μεγάλες κοινωνικο- οικονομικές προκλήσεις, όπως είναι η κλιματική αλλαγή.
Ακόμη και το κοινωνικό κράτος δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς μια οικονομία που να γεννά κέρδη και φορολογικά έσοδα για να τα επανεπενδύσει σε κοινωνικές δομές και υπηρεσίες.
Το πρότυπο παραγωγής και κατανάλωσης μετασχηματίζεται μέσα από την παγκοσμιοποιημένη αγορά και την τεχνολογία.
Η Αμερική επιτυγχάνει την πρόοδο επειδή το κράτος διαδραματίζει ενεργό ρόλο, ιδίως στον τομέα των επενδύσεων.
Αναδυόμενες οικονομίες, όπως είναι η Βραζιλία ή η Κίνα έχουν κατανοήσει, ότι το κράτος μπορεί να παίξει τον ρόλο του τολμηρού εταίρου σε επενδύσεις που στοχεύουν στην οικονομική μεγέθυνση.
Μέχρι το 2025 η Κίνα και η Ινδία θα παράγουν το 40% του παγκόσμιου ΑΕΠ, όταν η Ευρώπη μετά βίας θα αγγίζει το 15%.
Γι’ αυτό η πραγματική σύγκλιση μεταξύ μας, η ισχυρή και προοδευτική Ευρώπη είναι ένα αίτημα πιο επίκαιρο από ποτέ.
Φίλες και Φίλοι,
Η επιρροή των ιδεών και των αξιών μας συρρικνώνεται και μαζί τους υποβαθμίζεται η σημασία του ευρωπαϊκού οράματος.
Γιατί ηττόμαστε όμως;;
Θεωρώ ότι πέντε είναι οι μετατοπίσεις που ευθύνονται για τις αδυναμίες της σημερινής Σοσιαλδημοκρατίας.
Πρώτον, ενώ στην περίοδο 1950-75 η Σοσιαλδημοκρατία θεωρούσε ορθώς ότι η προϋπόθεση για την αναδιανομή ήταν η ανάπτυξη του παραγωγικού κεφαλαίου, από το ’90 και μετά θεώρησε λανθασμένα ότι η ανεξέλεγκτη ροή των χρηματοοικονομικών προϊόντων, μεγαλώνει την πίτα της αναδιανομής περισσότερο απ’ όσο η στηριζόμενη στο παραγωγικό κεφάλαιο ανάπτυξη.
Δεύτερον, από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 υποχώρησε ιδεολογικά στη λογική του «ελάχιστου» αντί του ποιοτικού κράτους υπηρεσιών. Η αντίληψη ότι το κοινωνικό κράτος λειτούργησε ως ουσιαστικός παράγοντας της μεταπολεμικής οικονομικής ανάπτυξης εγκαταλείφθηκε λόγω λαθεμένων εκτιμήσεων για τον χαρακτήρα της Παγκοσμιοποίησης.
Τρίτον, όσο και να φαίνεται παράξενο, η σοσιαλδημοκρατία, αντί να αισθανθεί δικαιωμένη από την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», ενός από τα πιο καταπιεστικά κοινωνικά συστήματα, που μιλούσε εξ ονόματος των ιδανικών της ισότητας και της ελευθερίας, κατάφερε να προσχωρήσει στη λογική ότι δεν χρειάζονται μεγάλες αφηγήσεις.
Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, αντί να αναζητήσει μια νέα δημοκρατική και σοσιαλιστική αφήγηση, πείστηκε πως Δημοκρατία σημαίνει κοινωνία χωρίς μεγάλες αφηγήσεις.Αντιθέτως οι συντηρητικές δυνάμεις προωθούσαν τις δικές τους μεγάλες αφηγήσεις, όπως το ’80 η Θάτσερ παρουσιάζοντας τη δική της ιδέα για το ελάχιστο κράτος.
Τέταρτον, η πτωτική της πορεία συνδέεται και με την πορεία του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Η σοσιαλδημοκρατία, φοβούμενη να μην υποκύψει στον ευρωσκεπτικισμό, απέφυγε να ασκήσει οποιαδήποτε κριτική στην τεχνοκρατικά αντιδημοκρατική και νεοφιλελεύθερη πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η πέμπτη και πιο σοβαρή μετατόπιση αφορά την προσχώρηση της σοσιαλδημοκρατίας στην αντίληψη ότι η αύξηση της ανταγωνιστικότητας μπορεί να γίνει μόνο μέσω της συμπίεσης του κόστους εργασίας.
Για την αύξηση όμως της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας υπάρχει και άλλος δρόμος.
Αυτός περνά μέσα από την αύξηση των πολιτικών για την έρευνα,
για τη δίκαιη και προοδευτική φορολογική πολιτική με μείωση του φορολογικού dumping, με αύξηση των φόρων κληρονομιάς ώστε οι πόροι να χρησιμοποιούνται για τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών στους νεότερους εργαζόμενους,
για την πίεση στο τραπεζικό σύστημα ώστε η ρευστότητα να πηγαίνει σε επενδύσεις που δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας,
για την ύπαρξη κράτους παροχής κοινωνικών υπηρεσιών που διευκολύνουν την υγιή λειτουργία της επιχειρηματικότητας,
για την εξειδίκευση και την κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού.
για την πίεση στο τραπεζικό σύστημα ώστε η ρευστότητα να πηγαίνει σε επενδύσεις που δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας,
για την ύπαρξη κράτους παροχής κοινωνικών υπηρεσιών που διευκολύνουν την υγιή λειτουργία της επιχειρηματικότητας,
για την εξειδίκευση και την κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού.
Και τέλος υπάρχει μια άλλη παράμετρος για την αύξηση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας.
Αυτή δεν είναι άλλη από την πολιτική πίεση για αυξήσεις των μισθών στον υπόλοιπο κόσμο, μέσω συγκεκριμένων επενδυτικών και εμπορικών συμφωνιών με τις αναπτυσσόμενες χώρες.
Φίλες και Φίλοι,
Ανθρώπινα λάθη και αδυναμίες, ακόμη και προσωπικές στρατηγικές υπήρξαν, αλλά το μείζον είναι πως μετά τη δεκαετία του '80, η σοσιαλδημοκρατία δεν αναζήτησε άλλες ταξικές συμμαχίες σε εθνικό επίπεδο και αφετέρου δεν προώθησε πολιτικά τη θέση της ότι η παγκοσμιοποίηση αποτελεί θετική εξέλιξη μόνο αν η λαϊκή κυριαρχία μπορεί να εκφραστεί και σε διεθνές επίπεδο.
Κάτι τέτοιο προϋπέθετε την «εμμονή» σε περισσότερη και δημοκρατικότερη Ευρώπη.
Γιατί δημοκρατία χωρίς κράτος-έθνος γίνεται αλλά χωρίς λαϊκή κυριαρχία δεν υπάρχει.
Φίλες και Φίλοι,
Η νέα εθνικολαϊκιστική ρητορική που αναδύεται και προσελκύει ολοένα και περισσότερους ακροατές από την άκρα Δεξιά ως τη ριζοσπαστική Αριστερά συντηρητικοποιεί την κοινωνία.
Η κρίση ενθαρρύνει τα δεξιά κόμματα περισσότερο απ’ ό,τι τα αριστερά, τη δημαγωγία περισσότερο απ’ ό,τι τον εμπειρισμό και τον ορθολογισμό.
Οι ιδέες της Ακροδεξιάς ακμάζουν και κερδίσουν συνεχώς νέο ακροατήριο.
Διάφοροι κύκλοι διανόησης που παραδοσιακά ανήκαν στην Αριστερά, προσχωρούν σε μια συντηρητική ρητορική που επεκτείνει το πεδίο Δεξιάς.
Ιδού λοιπόν πεδίου δόξης λαμπρό για να υπάρξει επιτέλους ένα μέτωπο προόδου απέναντι στον ελιτισμό που απαξιώνει τη λαϊκότητα, αλλά και τον ελιτισμό που εκμεταλλεύεται τις κοινωνικές ανισότητες, τον φόβο και την ανασφάλεια ξυπνώντας τους κακούς δαίμονες της Ευρώπης.
Εύχομαι γι’ αυτή τη νέα συμμαχία των Ευρωπαϊκών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων να βάλαμε ένα λιθαράκι με τη σημερινή συζήτηση.
Αυτή δεν είναι άλλη από την πολιτική πίεση για αυξήσεις των μισθών στον υπόλοιπο κόσμο, μέσω συγκεκριμένων επενδυτικών και εμπορικών συμφωνιών με τις αναπτυσσόμενες χώρες.
Φίλες και Φίλοι,
Ανθρώπινα λάθη και αδυναμίες, ακόμη και προσωπικές στρατηγικές υπήρξαν, αλλά το μείζον είναι πως μετά τη δεκαετία του '80, η σοσιαλδημοκρατία δεν αναζήτησε άλλες ταξικές συμμαχίες σε εθνικό επίπεδο και αφετέρου δεν προώθησε πολιτικά τη θέση της ότι η παγκοσμιοποίηση αποτελεί θετική εξέλιξη μόνο αν η λαϊκή κυριαρχία μπορεί να εκφραστεί και σε διεθνές επίπεδο.
Κάτι τέτοιο προϋπέθετε την «εμμονή» σε περισσότερη και δημοκρατικότερη Ευρώπη.
Γιατί δημοκρατία χωρίς κράτος-έθνος γίνεται αλλά χωρίς λαϊκή κυριαρχία δεν υπάρχει.
Φίλες και Φίλοι,
Η νέα εθνικολαϊκιστική ρητορική που αναδύεται και προσελκύει ολοένα και περισσότερους ακροατές από την άκρα Δεξιά ως τη ριζοσπαστική Αριστερά συντηρητικοποιεί την κοινωνία.
Η κρίση ενθαρρύνει τα δεξιά κόμματα περισσότερο απ’ ό,τι τα αριστερά, τη δημαγωγία περισσότερο απ’ ό,τι τον εμπειρισμό και τον ορθολογισμό.
Οι ιδέες της Ακροδεξιάς ακμάζουν και κερδίσουν συνεχώς νέο ακροατήριο.
Διάφοροι κύκλοι διανόησης που παραδοσιακά ανήκαν στην Αριστερά, προσχωρούν σε μια συντηρητική ρητορική που επεκτείνει το πεδίο Δεξιάς.
Ιδού λοιπόν πεδίου δόξης λαμπρό για να υπάρξει επιτέλους ένα μέτωπο προόδου απέναντι στον ελιτισμό που απαξιώνει τη λαϊκότητα, αλλά και τον ελιτισμό που εκμεταλλεύεται τις κοινωνικές ανισότητες, τον φόβο και την ανασφάλεια ξυπνώντας τους κακούς δαίμονες της Ευρώπης.
Εύχομαι γι’ αυτή τη νέα συμμαχία των Ευρωπαϊκών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων να βάλαμε ένα λιθαράκι με τη σημερινή συζήτηση.
cretalive.gr